πνέε

πνέε
πνέω
blow
pres imperat act 2nd sg (epic ionic)
πνέω
blow
imperf ind act 3rd sg (epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ειρηνοφόρος, -α — και όφορη, ο που φέρνει την ειρήνη: Ανοίξατε αγκαλιές ειρηνοφόρες (Δ. Σολωμός). – Πνέε, ειρηνόφορη χαρά (Κ. Παλαμάς) …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”